Μόνο τον Ερντογάν συμφέρει να κλείσει βιαστικά το Κυπριακό
- Όχι σε Πολυμερή χωρίς τη συμμετοχή ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας
Γράφει ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ
Η εσπευσμένη επίσκεψη του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα σηματοδοτεί μια ορισμένη επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, την οποία επιτάχυνση όμως πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά, αν όχι επιφυλακτικά, και διόλου βιαστικά, εν ανάγκη επιβραδύνοντας, αφενός μέσα στο μεγάλο ιστορικό πλαίσιο των παγίων εθνικών συμφερόντων και της γεωπολιτικής ισορροπίας, αφετέρου μέσα στο παρόν, ρευστό περιβάλλον και τις τρέχουσες κινήσεις που παράγουν πολιτικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, μόλις την περασμένη Δευτέρα ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ακιντζί επέμενε ότι την τελική συμφωνία θα την προσυπογράψει η υπό ίδρυση κυπριακή ομοσπονδία και όχι η υπάρχουσα Κυπριακή Δημοκρατία, δήλωση που έσπευσε να διασκεδάσει η κυβέρνηση της Λευκωσίας, χωρίς όμως να την αναιρεί. Επίσης, πάλι προχθές, είδαμε τη σύναψη μιας ακόμη εκεχειρίας στη Συρία, με τη Ρωσία κυρίαρχη του παιχνιδιού και την Τουρκία σε ρόλο επιτηρητή της εκεχειρίας και όχι νομέα επικυρίαρχου.
Θέλουμε να πούμε ότι ενώ η τουρκοκυπριακή πλευρά και η Άγκυρα πιέζουν προς τη δική τους επιθυμητή λύση και επισπεύδουν, το όλο γεωπολιτικό περιβάλλον και οι διαρκείς εξελίξεις και ανατροπές δεν δίνουν σημάδια ότι η Λευκωσία και η Αθήνα θα πρέπει να συμμεριστούν αυτήν τη βιασύνη. Ο Ερντογάν δεν ενισχύεται στα πολλά εξωτερικά μέτωπα που διατηρεί ανοιχτά, μάλλον περιπλέκεται και εξασθενεί. Ο χρόνος δεν κυλάει υπέρ του.
Ο καθόλου ελληνισμός, μητροπολιτικός και νησιωτικός, οφείλει πολύ προσεκτικά να σταθμίσει τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα σε βάθος χρόνου, ιστορικά και όχι υπό το κράτος διακριτικών πιέσεων και υποσχέσεων του διεθνούς παράγοντα ή υπό το κράτος προεκλογικών αναγκών και προσωπικών εμμονών. Αυτό θα πρέπει να συμμεριστεί και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης.
Μερικά συγκεκριμένα σημεία που χρήζουν επιβράδυνσης και προσοχής.
Ένα: Αν ο τουρκικός στρατός κατοχής δεν απομακρυνθεί στο σύνολό του και σε βραχύ χρονικό ορίζοντα, οποιαδήποτε λύση θα τελεί υπό την άμεση επήρεια των γεωστρατηγικών σχεδιασμών (ή και κλυδωνισμών) της Άγκυρας. Έμπειροι διπλωμάτες παρατηρούν ότι τα σοβιετικά στρατεύματα αποχώρησαν από το Αφγανιστάν εντός δέκα μηνών μετά τη συναφθείσα συμφωνία του Απριλίου του 1988. Θα το αποδεχθεί η Άγκυρα; Εάν όχι, τι ακριβώς μπορούμε να συζητάμε;
Δύο: Δεν πρέπει να αναληφθεί υπό πίεση οποιαδήποτε επιμέρους «προσωρινή» δέσμευση προτού συμφωνηθεί ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο των εγγυήσεων και της απόσυρσης στρατευμάτων συμπεριλαμβανομένων.
Τρία: Είναι ανεξήγητη η σπουδή να συγκληθεί πολυμερής διάσκεψη χωρίς τη συμμετοχή των δύο σημαντικότερων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας μαζί με τις ΗΠΑ, ήτοι της Ρωσίας και της Κίνας, των χωρών δηλαδή που δεσπόζουν γεωπολιτικά στον 21ο αιώνα.
Τέσσερα: Η διμερής Τσίπρα – Ερντογάν πρέπει να προπαρασκευαστεί επιμελώς από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, ώστε ο έλληνας πρωθυπουργός, εκ των προτέρων, αφενός να διαθέτει πλήρη χαρτογράφηση των τουρκικών διαθέσεων, αφετέρου να έχει έτοιμα σχέδια ελιγμών και απεμπλοκής.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι «η Λευκωσία αποφασίζει, η Αθήνα συμπαρίσταται (ή συμπαρατάσσεται)». Είναι επίσης γνωστό, παρότι δεν ακούγεται μεγαλοφώνως, ότι «το Κυπριακό είναι τόσο σημαντικό ιστορικά για τον Ελληνισμό, ώστε δεν μπορεί να αφεθεί εξ ολοκλήρου στην κυβέρνηση της Λευκωσίας». Με την Κυπριακή Δημοκρατία ευρισκόμενη ακόμη σε τραπεζικό vertigo και την Ελληνική Δημοκρατία σε οικονομικό στραγγαλισμό, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για την παραμικρή απώλεια γεωπολιτικών πλεονεκτημάτων. Διότι η οικονομική κρίση -κάποτε, κάπως- θα ξεπεραστεί, η γεωπολιτική και στρατηγική απομείωση όχι. Χρόνου φείδου.
Leave a Reply