Τι φοβήθηκε ο Μητσοτάκης και πήρε τη ΝΔ και πήγε για… μπάνιο!
…έμαθαν από την τηλεόραση ότι θα αποχωρήσουν από τη Βουλή
- Αντίθετοι με την αποχή Καραμανλής και Μεϊμαράκης
Του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΦΕΙΡΗ
Στη δίνη μιας πρωτόγνωρης, τα τελευταία χρόνια, εσωστρέφειας έχει περιέλθει η Νέα Δημοκρατία, ως αποτέλεσμα των λανθασμένων και αλλοπρόσαλλων πολιτικά χειρισμών στο ζήτημα της διάταξης για τις εξωχώριες (offshore) εταιρείες. Η απόφαση του Κυρ. Μητσοτάκη να αποχωρήσει από τη συζήτηση (και την ψηφοφορία) στη Βουλή, ενώ επί τριήμερο ζητούσε επιτακτικά τη σύγκληση της Ολομέλειας, δίχασε -όσο κανένα άλλο θέμα- τους βουλευτές και συνεχίζει να προκαλεί αντιδράσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι πολίτες, στην πλειονότητά τους, οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε λόγο να φοβάται την αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στο συγκεκριμένο ζήτημα, ενώ και ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας άδραξε την ευκαιρία και κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη για φυγομαχία.
Από τη Λ. Συγγρού υπεραμύνονται της απόφασής τους και μιλούν για συνειδητή επιλογή, με το όχι και τόσο ισχυρό (πειστικό) επιχείρημα ότι δεν ήθελαν να συμπράξουν στις αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις και τις «αθλιότητες» της κυβέρνησης. Θέση που ελάχιστοι βουλευτές συμμερίζονται και ακόμη λιγότεροι είναι εκείνοι που αποτολμούν να την υπερασπιστούν δημόσια (Ν. Δένδιας, Μ. Βορίδης κ.ά.). Οι περισσότεροι μιλούν για λανθασμένη επιλογή, ακόμη και για γκάφα, η οποία επέφερε ισχυρό πλήγμα στο κύρος και την αξιοπιστία της παράταξης, εξ ου και ο αναβρασμός που επικρατεί στα ενδότερα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
Αντίθετοι με την απόφαση του κ. Μητσοτάκη ήταν, σύμφωνα με τις πληροφορίες, τόσο ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής όσο και ο πρώην πρόεδρος Β. Μεϊμαράκης, ενώ δεν έχει αποσαφηνιστεί ποια ακριβώς ήταν η θέση του Αντ. Σαμαρά. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ήταν σύμφωνος κι άλλοι ότι εκ των υστέρων διαπίστωσε ότι ίσως η Νέα Δημοκρατία έπρεπε να παραμείνει στη Βουλή και να καταγγείλει τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις. Για «επικοινωνιακή ήττα» έκανε λόγο ο Γ. Τραγάκης, ο οποίος και άνοιξε τον κύκλο των διαφωνούντων με την απόφαση της ηγεσίας, ενώ ο Δ. Κυριαζίδης ανέφερε ότι «θα προτιμούσα να είχαμε μείνει στη Βουλή και να πέσει ‘‘πολιτικό ξύλο’’, για να καταλάβει ο κόσμος τι σήμαινε αυτή η διάταξη». Στον κατάλογο των διαφωνούντων προστέθηκε στην πορεία και ο Άδ. Γεωργιάδης, ο οποίος σε σαφώς πιο ήπιους τόνους είπε ότι «ενδεχομένως να μην ήταν σωστή η απόφαση να αποχωρήσουμε από τη Βουλή».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι βουλευτές αλλά ακόμη και οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι του κόμματος αιφνιδιάστηκαν από την απόφαση του κ. Μητσοτάκη, δεν ήταν κάτι που περίμεναν, δεδομένης της πολύ σκληρής στάσης που είχε τηρήσει το κόμμα μέχρι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αυτό είχε ως συνέπεια να αναρωτιούνται για τους λόγους που επέβαλαν την αλλαγή πλεύσης αλλά και τίνος ακριβώς ήταν η εισήγηση να αποχωρήσουν από τη Βουλή. Αρχικά οι φήμες ενοχοποιούσαν τον Μ. Βορίδη, ο οποίος ωστόσο το διέψευσε, παρά το γεγονός ότι συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που επικρότησαν την απόφαση. Στη συνέχεια οι υποψίες στράφηκαν προς την πλευρά του στενού συνεργάτη του κ. Μητσοτάκη, επικοινωνιολόγου, Τ. Θεοδωρικάκου, χωρίς ωστόσο να προκύψουν μαρτυρίες ή έστω ενδείξεις ότι εκείνος υπήρξε ο «ηθικός αυτουργός».
Τα τελευταία αυτά γεγονότα επανέφεραν στο προσκήνιο τη συζήτηση που σταθερά εξελίσσεται στο εσωτερικό της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας για το πώς και κυρίως ποιοι χαράσσουν τη στρατηγική της παράταξης και παίρνουν τις κρίσιμες αποφάσεις. Οι βουλευτές διαμαρτύρονται για τον συγκεντρωτισμό του κ. Μητσοτάκη και ισχυρίζονται πως αποφασίζει με έναν κλειστό κύκλο συνεργατών (και… «θαυμαστών») του, ενώ τα κομματικά όργανα έχουν περιθωριοποιηθεί και περιέλθει σε αδράνεια. Παρότι τους τελευταίους μήνες υπήρξε μια αλληλουχία σημαντικών γεγονότων, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δεν θεώρησε ούτε σκόπιμο ούτε αναγκαίο να συγκαλέσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα, να ενημερώσει τους βουλευτές και να ζητήσει την άποψή τους. Τακτική που περιέχει στοιχεία περιφρόνησης, που από ορισμένους αποδίδεται και στο ότι, στην πλειονότητά τους, οι βουλευτές δεν είχαν στηρίξει τον κ. Μητσοτάκη στις εσωκομματικές εκλογές.
……………………………………………………………………..
Επειδή δεν στηρίζει η ΝΔ τη συμφωνία
Θυμωμένη η Μέρκελ
«Κλειστές πόρτες» βρήκε ο Κυρ. Μητσοτάκης στη συνάντησή του με την Άνγκ. Μέρκελ. Η προσπάθειά του να βελτιώσει το αρνητικό κλίμα που επικρατεί στο Βερολίνο, συνέπεια της άρνησής του να συναινέσει (υπερψηφίσει) τη συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και «θεσμών» αλλά και της επιμονής του να θέτει θέμα πρόωρων εκλογών, απέβη άκαρπη. Στο συμπέρασμα αυτό συνηγορούν όλες οι πληροφορίες που έρχονται από τη γερμανική πρωτεύουσα, καθώς από τη Λ. Συγγρού απέφυγαν οποιαδήποτε αναφορά, πόσω μάλλον επικοινωνιακή διαχείριση της συνάντησης.
Η Άνγκ. Μέρκελ εμφανίσθηκε συγκρατημένη έως ψυχρή κι άκουσε με μεγάλη επιφύλαξη το εναλλακτικό σχέδιο του κ. Μητσοτάκη για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση καθώς επίσης και την πρότασή του για νέο πλαίσιο συμφωνίας. Στις τοποθετήσεις της επέμεινε στην ανάγκη της πολιτικής σταθερότητας και της πλήρους εφαρμογής της συμφωνίας. Απέρριψε έτσι εμμέσως τις προτάσεις του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, ενώ εξέφρασε και την αντίθεσή της στο ενδεχόμενο μιας νέας εκλογικής αναμέτρησης στη χώρα μας.
Πληροφορίες από το Βερολίνο αναφέρουν ότι η γερμανίδα καγκελάριος όχι μόνο δεν συμφωνεί με τη γραμμή που ακολουθεί ο κ. Μητσοτάκης, αλλά είναι ενοχλημένη και αυτό το έχει διαμηνύσει αρκετές φορές το τελευταίο διάστημα προς τη Λ. Συγγρού. Όπως λένε, σε ζητήματα που αφορούν τις ευρωπαϊκές ισορροπίες και την οικονομική πολιτική η κ. Μέρκελ δεν κινείται (αποφασίζει) με κριτήριο τις ιδεολογικές ή κομματικές συγγένειες. Την περίοδο που, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Αντ. Σαμαράς τασσόταν κατά των Μνημονίων και υποσχόταν την κατάργησή τους, αρνιόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα κάθε επικοινωνία μαζί του. Όταν, ως πρωθυπουργός, εφάρμοσε το Μνημόνιο, οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν.
Σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πληροφορίες, η κ. Μέρκελ θα ήθελε να αποφύγει οποιαδήποτε πολιτική κρίση σε ευρωπαϊκό επίπεδο ή στα όρια ενός κράτους-μέλους μέχρι τις γερμανικές εκλογές, που είναι προγραμματισμένες να διεξαχθούν το φθινόπωρο του 2017. Κατά συνέπεια, δεν βλέπει με καλό μάτι το αίτημα του κ. Μητσοτάκη για άμεση προσφυγή στις κάλπες.
Γ. Ζ.
Leave a Reply